Sunday, February 10, 2013

Ο ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΥΘΕΑ ΤΟΥ ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

   Ο όρος γεωγραφία περικλείει ένα ευρύ και συνεχώς μεταβαλλόμενο πεδίο  γνώσης. Πρόκειται για έναν καθαρά διεπιστημονικό κλάδο που συνήθως επηρεάζεται από τον ευρύτερο κοινωνικό και οικονομικό περίγυρο. Οι πολιτικές εξελίξεις επίσης παίζουν βασικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη της γεωγραφίας ανά τους αιώνες.
   H επιστήμη της Γεωγραφίας δεν αποτελεί ασφαλώς μία απαρίθμηση τοπωνυμίων ή ποσοτικών και αριθμητικών δεδομένων, ούτε όμως και μια δραστηριότητα που έχει να κάνει αποκλειστικά με την χαρτογραφία. Όλα αυτά θα παρέπεμπαν σε σχολική γνώση και όχι σε εμπεριστατωμένο επιστημονικό πεδίο. Σύμφωνα με ένα διαδεδομένο ορισμό, Γεωγραφία είναι αυτό που κάνουν οι γεωγράφοι. Αυτό που κάνουν οι γεωγράφοι ανανεώθηκε φυσικά πολλές φορές (Jones & Eyles, 1977). Ο Ηρόδοτος φαίνεται να είναι τελικά αυτός που πρώτος συνδύασε αρκετά από τα παρακλάδια της γεωγραφικής επιστήμης, με αποτέλεσμα να θεωρείται από αρκετούς σύγχρονους μελετητές όχι μόνο ως ο πατέρας της Ιστορίας, αλλά και ο πατέρας της Γεωγραφίας.
   Στην παρούσα εργασία, θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τα επιχειρήματα εκείνα που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν αυτή την άποψη. Στη συνέχεια θα επικεντρωθούμε συνοπτικά στο έργο ενός από τους κορυφαίους πανεπιστήμονες και γεωγράφους του αρχαίου κόσμου, του Πυθέα του Μασσαλιώτη και θα προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε πόσο επηρέασε τελικά το έργο του στις μετέπειτα εξελίξεις.



ΗΡΟΔΟΤΟΣ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

   Ο Ηρόδοτος (485 – 421/415 π.Χ.) γεννημένος στην Αλικαρνασσό, εξορίστηκε στη Σάμο, για να ξαναγυρίσει κατόπιν στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου λίγο αργότερα υποχρεώθηκε για δεύτερη φορά να εγκαταλείψει. Έκτοτε άρχισε τα ταξίδια του ως περιηγητής και ερευνητής σε διάφορα μέρη του τότε γνωστού κόσμου, μεταξύ των οποίων την Κύπρο, την Κολχίδα, την Συρία, την Αίγυπτο, την Βαβυλώνα και ασφαλώς τον υπόλοιπο ελληνικό χώρο.
   Ο χώρος που έδρασε, κυρίως η Μεσόγειος θάλασσα, αποτελούσε εκείνη την εποχή το κέντρο της Ευρώπης, που σημειωτέον δεν ήταν ηπειρωτικό αλλά θαλάσσιο. Παράλληλα όμως αποτελούσε και το λίκνο των επιστημών, συμπεριλαμβανομένης ασφαλώς και της Γεωγραφίας (Λεοντίδου,2011, 57,39-41). Ο Ηρόδοτος με όλες αυτές τις περιηγήσεις του, εγκαινιάζει θα λέγαμε μια νέα γενιά γεωγράφων-περιηγητών που βασίζονται στην αυτοψία και την έρευνα, αλλά κυρίως στις προφορικές παραδόσεις και στην ανταλλαγή πληροφοριών από διάφορες πηγές, που συνήθως αποτελούν τα αρχεία των πόλεων και οι αυτόχθονες κάτοικοι κάθε περιοχής.
   Πέραν όμως των διάφορων τοπογραφικών περιγραφών, οι οποίες αποτέλεσαν και το κύριο μέρος του ιστορικού του έργου και συμπεριελάμβαναν μεταξύ άλλων αναφορές στις φυσικές και καιρικές συνθήκες και στον τρόπο ζωής των κατοίκων των συγκεκριμένων περιοχών που επισκέπτονταν, ο Ηρόδοτος προχώρησε βαθύτερα από μία απλώς περιγραφική Γεωγραφία. Επηρεασμένος από την Ιωνική έννοια της συμμετρίας, διέπλεξε την ανθρώπινη με τη φυσική γεωγραφία με παραδείγματα όπως αυτό των δύο μεγάλων ποταμών, του Νείλου και του Δούναβη. Ταυτόχρονα εισήγαγε και νέους πολιτικούς όρους στη Γεωγραφία (Λεοντίδου,2011,49). Η θεώρηση του δε, ότι το κλίμα διαμορφώνει τον χαρακτήρα των ανθρώπων, συνιστά την μεταγενέστερη προσέγγιση του Γερμανικού Ντετερμινισμού (ή αιτιοκρατίας) κατά τον 19ο αιώνα.
   Σύμφωνα με αυτή τη σχολή, που απετέλεσε μια εκ των δύο αντιμαχόμενων σχολών του 19ου αιώνα, εποχή κατά την οποία η Γεωγραφία αναδεικνύεται ως συστηματική επιστήμη της φύσης και του ανθρώπου στα πανεπιστήμια των σύγχρονων εθνικών κρατών, το φυσικό περιβάλλον είναι αυτό που αποτελεί τον βασικό παράγοντα της ανθρώπινης δραστηριότητας, σε αντίθεση με την γαλλική σχολή της πιθανοκρατίας (ή και ποσιμπιλισμός, possibilism/possible), η οποία αναγνώριζε το δυναμικό ρόλο του ανθρώπινου υποκειμένου στην εξελικτική του πορεία και στη διαδικασία αλλαγής του χώρου. (Λεοντίδου,2011,71-78)
  Ένα άλλο χαρακτηριστικό που φαίνεται να συλλαμβάνει η γεωγραφική φαντασία του Ηροδότου και που σήμερα θα αποκαλούσαμε «αναδιάρθρωση» (Λεοντίδου,2011,153), είναι αυτό της προσέγγισης των γεγονότων σε «μακρύ χρόνο». Χαρακτηριστικό προς αυτό είναι το εξής απόσπασμα :
      Έπειτα θα συνεχίσω την ιστορία μου, μιλώντας το ίδιο για τις μικρές        όσο και για τις μεγάλες πόλεις . γιατί αυτές που κάποτε ήταν μεγάλες, οι περισσότερες έγιναν ασήμαντες κι όσες κάποτε ήταν  μικρές αποδείχτηκαν στην εποχή μου σπουδαίες. Ξέροντας, συνεπώς, ότι η ανθρώπινη ευημερία δεν μένει ποτέ για πολύ στον ίδιο τόπο, θα δώσω ίση προσοχή σε όλες τις πόλεις.(Ηρόδοτος,εκδ.1992: 30-31, Λεοντίδου,2011,153)
Εκτός από την αντίληψη της ευρύτερης έννοιας του χρόνου και την τοποθέτηση της γεωγραφίας στην αδυσώπητη ροή της ιστορίας, το συγκεκριμένο απόσπασμα θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ιδανικό παράδειγμα για την ακμή και παρακμή των πολιτισμών και των χώρων στους οποίους άνθησαν και που σαφώς είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με την επιστήμη της Γεωγραφίας. Βέβαια αυτή η αντίληψη της ευρύτερης έννοιας του χρόνου, είχε εμφανιστεί νωρίτερα στον αρχαίο πολιτισμό των Μάγιας, που χρησιμοποιούσαν τις προηγμένες για την εποχή αστρονομικές μετρήσεις τους  για την πρόβλεψη αστρονομικών και κλιματολογικών φαινομένων σε πολύ μακρά διάρκεια, κάτι που σχετίζονταν ασφαλώς και με την εξίσου προηγμένη γεωργία τους (Πετροπούλου,2008,34).  Ωστόσο η διαφορετική αυτή προσέγγιση του τοπίου μέσα από το ευρύτερο πρίσμα του χώρου και του χρόνου δεν είχε αποκρυσταλλωθεί ως τότε στην μεσογειακών καταβολών «ευρωκεντρική» οπτική της γεωγραφίας.
   Η εισαγωγή νέων παραμέτρων και μεθόδων στην επιστήμη της Γεωγραφίας εκ μέρους του Ηροδότου, καθώς και η παραδοχή του για τις  κλιματολογικές συνθήκες ως καθοριστικού παράγοντα της εξέλιξης της ανθρώπινης δραστηριότητας, σε σημείο μάλιστα ώστε να καθορίσει σε ένα μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη κλασική γεωγραφία, χωρίς όμως να αποκλείει την ίδια στιγμή και περισσότερο ευρείες έννοιες όπως αυτή του χώρου, του χρόνου και της ιστορίας, που ενσωματώθηκαν και κυριάρχησαν αργότερα στην σύγχρονη Γεωγραφία, είναι μερικά από τα σημαντικότερα επιχειρήματα της άποψης ότι ο Ηρόδοτος δικαίως μπορεί να χαρακτηριστεί και ως πατέρας της Γεωγραφίας.
   Στη συνέχεια θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε έναν εξίσου σημαντικό επιστήμονα-γεωγράφο-εξερευνητή του αρχαίου κόσμου, στον Πυθέα τον Μασσαλιώτη.


Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΥΘΕΑ


   Ο Πυθέας αποτελεί άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των πολλών εκείνων αρχαίων Ελλήνων επιστημόνων και εξερευνητών, των οποίων το έργο δεν έχει αναγνωρισθεί, όσο τουλάχιστον θα έπρεπε, από τους σύγχρονους μελετητές. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός, ότι το έργο που συνέγραψε ο ίδιος και που συγκέντρωνε ένα πλήθος γεωγραφικών και όχι μόνο πληροφοριών, σημειώσεων και παρατηρήσεων, δυστυχώς απωλέσθηκε. Το γνωρίζουμε μόνο αποσπασματικά από άλλους συγγραφείς με τον τίτλο Γης Περίοδος ή Περί Ωκεανού (Λάζος,1996,113).

 Ποιος ήταν όμως πραγματικά ο Πυθέας και ποια τα επιτεύγματα του, που τον κατατάσσουν στο πάνθεον των σημαντικότερων αρχαίων γεωγράφων πανεπιστημόνων; Αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε ευθύς αμέσως.
   Γεννημένος στην Μασσαλία τον 4ο π.Χ. αιώνα, η οποία ως γνωστόν αποτελούσε ελληνική αποικία που είχαν ιδρύσει οι Φωκαείς γύρω στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. (Λάζος,1996,81), πήρε εντολή από τους Τιμούχους της Μασσαλίας να κάνει ένα εξερευνητικό ταξίδι προς τη Β. Ευρώπη. Εικάζεται πως η εντολή αυτή είχε δοθεί  από τον ίδιο τον Μ. Αλέξανδρο, καθώς πολλά στοιχεία συνηγορούν ως προς αυτό (Λάζος,1996,117-118).  Ο πρωταρχικός σκοπός του ταξιδιού ήταν εμπορικός, καθώς οι άρχοντες της Μασσαλίας επιθυμούσαν, οι έμποροι της πόλης να φτάσουν ως τα νησιά του κασσιτέρου και του ήλεκτρου, παράλληλα όμως ήταν και επιστημονικός, αφού ο Πυθέας ήταν φημισμένος γεωγράφος και μαθηματικός (Λάζος,1996,107).           
   Συγκεκριμένα μάλιστα επιδιωκόταν, εκτός των άλλων, να χαρτογραφηθεί ένας δρόμος που κατέληγε στη Μασσαλία, από τη βόρεια θάλασσα μέσω της Κασπίας, κάτι που φυσικά επρόκειτο για γεωγραφικό σφάλμα, στο οποίο είχαν συμβάλει οι διάφορες ναυτικές αφηγήσεις καθώς και μυθικά γεγονότα ή θρύλοι (όπως λ.χ. η επιστροφή των Αργοναυτών) και άλλα. Οι χάρτες που είχαν στα χέρια τους οι Τιμούχοι, εμφάνιζαν τη βόρεια θάλασσα να ενώνεται με την Κασπία, οπότε ο Πυθέας θα επέστρεφε στη Μασσαλία μέσω Εύξεινου Πόντου, από εντελώς διαφορετική διαδρομή από αυτή που θα είχε πάρει κατά την εκκίνηση του ταξιδιού (Λάζος,1996,109-110).


  Ορμώμενος λοιπόν από το Λιμάνι της Μασσαλίας, της οποίας το γεωγραφικό πλάτος είχε υπολογίσει με απόκλιση μερικών λεπτών (43 3’ αντί 43 17’) με γνώμονα δικής του επινόησης (Λάζος,1996,120),  θα διαπλεύσει τις Ηράκλειες Στήλες (Γιβραλτάρ), μαζί με τον Ευθυμένη, τον άλλο Μασσαλιώτη θαλασσοπόρο-επιστήμονα, προτού χωρίσουν ο πρώτος για τις βόρειες ακτές της Ευρώπης και ο δεύτερος για τις ακτές της Δυτικής Αφρικής στον Ατλαντικό ωκεανό. Κατόπιν διέπλευσε την Μ. Βρετανία, την περίμετρο της οποίας κατόρθωσε να μετρήσει με εκπληκτική για τα δεδομένα της εποχής ακρίβεια. Παράλληλα μελέτησε το φαινόμενο της παλίρροιας στο στενό της Μάγχης, του οποίου την συχνότητα είχε αποδώσει στις φάσεις της σελήνης. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, πως οι ίδιοι οι Βρετανοί θεωρούν, ότι ο Πυθέας είναι ο πρώτος που έκανε γνωστή την πατρίδα τους στην Ευρώπη, λεπτομέρεια που αναφέρουν σε πολλά σχολικά τους βιβλία (Λάζος,1996,132).
   Στη συνέχεια κατευθύνθηκε βόρεια μέχρι την απώτατη Θούλη, για την οποία πολλά εικάζονται, με τους περισσότερους ερευνητές να ισχυρίζονται ότι πρόκειται για τα νησιά Σέτλαντ (Shetland), άλλοι   να πιστεύουν ότι είναι η Ισλανδία και κάποιοι άλλοι όπως ο Έλληνας ιστορικός ερευνητής Χ. Λάζος να είναι βέβαιοι ότι ο Πυθέας προσέγγισε την Γροιλανδία (Λάζος,1996,108).


   Όπως και να χει, το ταξίδι του Πυθέα αποτελεί ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία και γεωγραφία. Πρόκειται για το πρώτο επίσημα καταγεγραμμένο ταξίδι στο Βορρά, με πλήθος λεπτομερειών και επιστημονικών παρατηρήσεων, το οποίο έκανε γνωστές στον αρχαίο κόσμο χώρες και λαούς όπως η Βρετανική (Αγγλία), η Ιέρνη (Ιρλανδία), η Βαλτία (Νορβηγία) και η Θούλη (Ισλανδία). Ο Πυθέας αντιπροσωπεύοντας το ανήσυχο πνεύμα των Ελλήνων για γνώση, θέλησε να καταγράψει το άγνωστο και μέσα από τις άρτιες επιστημονικές τους παρατηρήσεις, κατόρθωσε να γκρεμίσει τις όποιες προκαταλήψεις και να ανατρέψει άρδην την εικόνα των ανθρώπων της εποχής εκείνης για τον κόσμο.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

   Είδαμε πώς ο Ηρόδοτος, επονομαζόμενος και ως ο πατέρας της Ιστορίας, εισήγαγε στην ιστορική του αφήγηση, γεωγραφικές και κλιματικές περιγραφές, βασιζόμενες στην αυτοψία και σε μαρτυρίες των ντόπιων πληθυσμών των περιοχών που επισκέπτονταν. Σε συνδυασμό με την οπτική του γεωγραφικού τοπίου μέσα από ένα ευρύτερο χωροχρονικό πλαίσιο και την επιρροή που άσκησε στους πρώτους σύγχρονους επιστήμονες  γεωγράφους του 19ου αιώνα, δικαιολογημένα θα μπορούσαμε να πούμε, του αποδόθηκε τα τελευταία χρόνια και ο τίτλος του πατέρα της Γεωγραφίας.
   Κατόπιν αναφερθήκαμε στον Πυθέα, ο οποίος όντας διακεκριμένος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός, αλλά και κορυφαίος θαλασσοπόρος και εξερευνητής, 2000 χρόνια πριν από τον Κολόμβο και τον Βάσκο ντε Γκάμα, μετέτρεψε στην ουσία την αθέλητη περιπλάνηση του Οδυσσέα σε ηθελημένη αναζήτηση (Λεοντίδου,2011,50), φέρνοντας στο φως την πραγματική αλήθεια για περιοχές που ως τότε καλύπτονταν από το πέπλο του μύθου, του θρύλου και της φαντασίας και θα συνεχίζονταν να καλύπτονταν για άλλους δύο αιώνες, αφού κανένας δεν τολμούσε να επαναλάβει το εγχείρημα του (Λάζος,1996,145).
   Μέσα από το πολυδιάστατο έργο του, που περιελάμβανε ένα πλήθος γεωγραφικών μετρήσεων και παρατηρήσεων των διαφόρων γεωλογικών φαινομένων, διεύρυνε κατά πολύ όχι μόνο τα γεωγραφικά όρια της Ευρώπης και του εν γένει γνωστού κόσμου της εποχής, αλλά και αυτά της ίδιας της επιστήμης της Γεωγραφίας.  Εκτός όμως του ότι κατόρθωσε με την αξία του επιτεύγματος του, να πλατύνει τις γεωγραφικές γνώσεις της εποχής, καθοριστική υπήρξε και η συμβολή του στην πρόοδο πολλών επιστημών όπως της αστρονομίας, των μαθηματικών, της φυσικής, της ιστορίας και της λαογραφίας, καθιστώντας τον έναν από τους αρχαίους πανεπιστήμονες με την μεγαλύτερη επιρροή στις μετέπειτα εξελίξεις.

  
 Ιωάννης Κατής
Αθήνα, Νοέμβριος 2012

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

·       ·  Λάζος Χρήστος Δ., Το ταξίδι του Πυθέα στην άγνωστη Θούλη Εξερευνητικά ταξίδια των Ελλήνων στην κεντρική και δυτική Ευρώπη, Αθήνα, Αίολος 1996.
·      ·Λεοντίδου Λίλα, Αγεωγράφητος Χώρα Ελληνικά είδωλα στους επιστημολογικούς αναστοχασμούς της ευρωπαϊκής γεωγραφίας, Αθήνα, Προπομπός, 2005
·      · Πετροπούλου Κρίστη, Ευρωπαϊκές Γεωγραφίες, Τεχνολογία και Υλικός  Πολιτισμός, Καταβολές της Γεωγραφίας, οριοθετήσεις της «Ευρώπης» και όψεις του υλικού της πολιτισμού, Πάτρα, Ε.Α.Π.,2008


No comments:

Post a Comment