Thursday, January 18, 2024

Προσωπικά δεδομένα και κορωνοϊός. H εριστική διαλεκτική στις ημέρες της απαγόρευσης.




Βλέπω τελευταία στα κοινωνικά δίκτυα από πολλούς το εξής "ευφυολόγημα":

"Ανεβάζετε οτιδήποτε και αν κάνετε στο fb και στο insta και μετά λέτε για παραβίαση προσωπικών δεδομένων"... "Έτσι κι'αλλιώς φακελωμένους μας έχουν ήδη",  κάπως έτσι συνεχίζει συνήθως αυτού του είδους το "επιχείρημα", για να καταλήξει στο τέλος σε ένα κρεσέντο από απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς γι' αυτούς στους οποίους δήθεν απευθύνεται, όπως "ψεκασμένοι", "συνωμοσιολόγοι" κ.α τέτοια...

Φορέθηκε πολύ τελευταία σε σχέση με τα απαγορευτικά μέτρα που επεβλήθησαν λόγω κορωνοϊού, αλλά το έχουμε δει και άλλες φορές στο παρελθόν από τους ίδιους συνήθως ανεγκέφαλους, σε περιπτώσεις που αφορούν είτε στις κάμερες ασφαλείας σε δημόσιους χώρους και στις κάμερες κυκλοφορίας στους δρόμους, είτε στην παρακολούθηση τηλεφωνικών συνομιλιών και γραπτών μηνυμάτων ή ακόμα και στην γενικότερη παρακολούθηση  του διαδικτυακού αποτυπώματος.  Εκεί συνοδεύεται κι από το εξίσου τραγικό, "άμα δεν έχεις να κρύψεις κάτι, δεν έχεις λόγο να φοβάσαι"...

Πάμε λοιπόν να δούμε λίγο ποια παθογένεια κρύβεται πίσω από τέτοιου είδους "λογικές".


Υπάρχουν αλήθεια τόσοι πολλοί άνθρωποι ανάμεσά μας, οι οποίοι δεν μπορούν να διακρίνουν το πιο απλό, την ελεύθερη βούληση κάποιου να δημοσιοποιεί αυτά που αυτός επιθυμεί, όποτε το επιθυμεί, σε κοινό που ο ίδιος επιλέγει, από την υποχρέωση του να το κάνει ή να το κάνουν άλλοι γι΄ αυτόν χωρίς τη συγκατάθεση του ή κατόπιν εξαναγκασμού;


Άραγε, είναι θέμα κατανόησης του προβλήματος από ορισμένους ή απλά πρόκειται για σκόπιμη διαστρέβλωση της αλήθειας, αυτό δλδ που ο Άρτουρ Σοπενχάουερ αποκαλεί "εριστική διαλεκτική";


Η γνώμη του γράφοντος είναι πως στις πλείστες των περιπτώσεων συμβαίνει το δεύτερο.

Τι ακριβώς είναι όμως η "Εριστική διαλεκτική" του Σοπενχάουερ; Πρόκειται συνοπτικά για τη ρητορική τεχνική του να λογομαχεί κανείς με τέτοιο τρόπο, ώστε να φαίνεται ότι υπερασπίζεται επαρκώς τις θέσεις του, είτε έχει δίκιο, είτε έχει άδικο. Ο Σοπενχάουερ στο δοκίμιο του "Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο", θέλοντας να καταδείξει ανάλογες πρακτικές και συμπεριφορές αναφέρεται σε 38 τέτοια τεχνάσματα, που αποσκοπούν στο να κερδηθεί ένα επιχείρημα ασχέτως αν αυτό είναι σωστό ή όχι.


Ας δούμε ορισμένα από αυτά που βρίσκουν εφαρμογή στην παραπάνω απερίγραπτη και απαράδεκτη δήλωση:


1. Διεύρυνση.
Διευρύνει δηλαδή αυτός που ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, την απλή πράξη της οικειοθελούς ενημέρωσης στα κοινωνικά δίκτυα μιας οποιαδήποτε δραστηριότητας ενός ατόμου, στον βαθμό της υποχρεωτικής αναφοράς αυτής καθώς και άλλων δραστηριοτήτων. Εφόσον λ.χ.  δεν είχες πρόβλημα να επικοινωνήσεις στα κοινωνικά σου δίκτυα το που πήγες για τρέξιμο προχτές, γιατί να έχεις πρόβλημα να το δηλώνεις κάθε μέρα και μαζί με αυτό να δηλώνεις και που μένεις και τι ώρα το κάνεις και πότε θα πας για ψώνια και και και..."


2. Γενίκευση.
 Άλλο κλασικό τέχνασμα είναι να εκλάβουμε μια θέση που αναφέρεται σε κάτι μερικό σαν να αναφέρεται στο σύνολο με αξίωση γενικής και απόλυτης ισχύος. Αγνοεί δηλαδη εντέχνως ο φέρων την παραπάνω άποψη το γεγονός ότι δεν δίνουν όλοι αναφορά στα κοινωνικά δίκτυα για κάθε κίνηση που κάνουν, απλά αυτός επιλέγει να εστιάσει σε αυτούς, είτε από προσωπική εμπειρία, είτε το πιθανότερο απλά για να μας πείσει για το "ορθόν" της απόψεως του.


3. Κατάταξη μιας συγκεκριμένης θέσης σε μια απεχθή κατηγορία.
Αγαπημένη τακτική στοχοποίησης από τα συστημικά παπαγαλάκια, επαγγελματίες και μη. Στο  συγκεκριμένο ζήτημα που μας απασχολεί, η τακτική αυτή στοχεύει στο να παρουσιάσει ως μια πραγματικότητα την άποψη ότι αυτοί που έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα με την υποχρεωτική δημοσιοποίηση των προσωπικών τους δεδομένων, είναι τελικά αυτοί που τα παραβιάζουν οικειοθελώς σε καθημερινή βάση. Πως όταν μιλήσεις για πατρίδα, έθνος, οικογένεια, θρησκεία είσαι αυτόματα "φασίστας"; Ε αυτό ακριβώς...

4. Ψευδείς προκείμενες.
 Προκείμενες είναι οι προτάσεις που όλες μαζί συνεπάγονται αναγκαία το συμπέρασμα ενός συλλογισμού.  Είναι το κλασικό παράδειγμα:
Α. Το μπουζούκι είναι όργανο
Β. Ο αστυνομικός είναι όργανο
Γ. Άρα ο αστυνομικός είναι μπουζούκι
Όταν είναι εύκολο χρησιμοποιώντας φαινομενικά αληθείς προκείμενες να εξάγει κάποιος ένα λάθος συμπέρασμα, φανταστείτε τι μπορεί να γίνει όταν εισάγει κανείς στην "επιχειρηματολογία" του ψευδείς προκείμενες.
Και για να το φέρουμε πίσω στο θέμα μας, όχι φίλε, το ότι οι περισσότεροι έχουμε ΑΦΜ,  λογαριασμό στην τράπεζα και προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα, δεν είναι το ίδιο με το να πρέπει να δίνει κανείς αναφορά συνεχώς για το ποιος είναι, που είναι, που πάει και πόση ώρα θα κάνει, επί ποινή προστίμου αν δεν μπορεί να αποδείξει όλα τα παραπάνω δικαιολογημένα και ανά πάσα ώρα και στιγμή. Αυτό μόνο οι φυλακισμένοι κατ' οίκον με βραχιολάκι είχαν ως τώρα την υποχρέωση να το κάνουν, αν αυτό σου λέει κάτι... Ούτε είναι το ίδιο επειδή οι περισσότεροι έχουμε λογαριασμό email και χρησιμοποιούμε συγκεκριμένα site, οι εταιρίες αυτές να μπορούν να συλλέγουν τα δεδομένα περιήγησης μας και να τα πουλάνε σε τρίτους χωρίς την ενημέρωση και συναίνεση μας.

5. Η παρουσίαση του προς απόδειξη ζητούμενου ως αξιώματος.
Αυτό πάει συνήθως μαζί με το προηγούμενο κόλπο. Χρησιμοποιώντας δλδ γενικευμένους αόριστους όρους αληθείς ή και ψευδείς, παρουσιάζεις κάτι που δεν ισχύει ή ισχύει εν μέρει ως μια αξιωματική αλήθεια. Παράδειγμα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η ιατρική είναι επισφαλής, επικαλούμενος το επισφαλές και πεπερασμένο κάθε ανθρώπινης γνώσης και πρακτικής.
Αυτό το "φακελωμένους μας έχουν όλους" είναι τόσο γενικό, αόριστο και ασαφές, που σε πολλούς μπορεί να φαντάζει ως ένα λογικό επιχείρημα για την περαιτέρω παραβίαση των προσωπικών δεδομένων. Δεν είναι όμως έτσι. Η παραμικρή παράδοση ακόμα και της πιο φαινομενικά ασήμαντης ατομικής ελευθερίας θα πρέπει να γίνεται με γνώμονα του τι μπορεί να ακολουθήσει αυτής και όχι του τι έχει προηγηθεί.

6. Το "τελευταίο τέχνασμα", 
όπως το χαρακτηρίζει ο φιλόσοφος, προκειμένου να κερδίσει κάποιος με κάθε κόστος έναν διάλογο, δεν είναι άλλο παρά το πολύ γνωστό σε όλους "ad hominem argumentum" ή "argumentum ad personam".
Eίναι δηλαδή η προσωπική επίθεση στον συνομιλητή, είτε αυτός είναι παρών είτε εννοείται. Πρόκειται για βίαιη λεκτική επίθεση, προσβλητική και αγενή, που απευθύνεται στο άτομο αντί να στοχεύει στο επιχείρημα για το υπό εξέταση ζήτημα. Μπορεί επίσης να περιλαμβάνει άλλους γενικευμένους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς όπως αυτοί που αναφέρθηκαν προηγουμένως στο εν λόγω παράδειγμα, ψεκασμένοι, συνωμοσιολόγοι, χριστιανοταλιμπάν και ένα σωρό άλλα.


Τέτοιου είδος επιχειρηματολογία συνιστά ξεκάθαρα σοφιστική ρητορική. Μία πρακτική η οποία εμφανίστηκε σχεδόν αμέσως μόλις οι Έλληνες φιλόσοφοι της κλασικής αρχαιότητας άρχισαν να διερευνούν σε βάθος τη φύση των πραγμάτων και η οποία δεν αποσκοπεί πουθενά αλλού από το να επιβληθεί κάποιος σε μια αντιπαράθεση, ανεξάρτητα από την αλήθεια ή την ουσία του εκάστοτε ζητήματος. Εξ αιτίας της βαθιάς ανήθικης φύσης της, προκάλεσε την περιφρόνηση του Πλάτωνα και του δασκάλου του Σωκράτη καθώς σε αντίθεση με τη διαλεκτική, που έχει ως σκοπό την εξεύρεση της αλήθειας μέσα από ερωτήσεις, η ρητορική αποσκοπεί αποκλειστικά στην επικράτηση του επιχειρήματος, ασχέτως αν είναι σωστό ή λάθος, αληθές ή ψευδές, δίκαιο ή άδικο. 


Η αρνητική αυτή διάσταση της σοφιστικής ρητορικής, την οποία πρώτοι ανέδειξαν οι δύο φιλόσοφοι, ευθύνεται και για την μετέπειτα αρνητική ιστορική εικόνα των σοφιστών. Ανάλογα τεχνάσματα ρητορικής και πειθούς κουβαλάνε μέχρι και σήμερα την "ρετσινιά" των ανειλικρινών τους κινήτρων και την καθολική αρνητική τους σημασία συμπυκνωμένα σε μία μόνο λέξη, "σοφιστείες".


Το είδος βέβαια ανθεί στη σύγχρονη Ελλάδα, όπως ανθούσε και στην αρχαία. Δυστυχώς, η ρητορική που αποσκοπεί μόνο στην πειθώ και τα παράγωγα αυτής όπως η στρεψοδικία, η δικολαβία, η παραποίηση της αλήθειας, η παραπλάνηση του κοινού, η σοφιστεία γενικότερα, θα πρέπει να χρεωθούν όλα δυστυχώς στις δημοκρατικές πολιτείες του αρχαίου κόσμου. Εκεί για πρώτη φορά η ρητορική δεινότητα και η διάκριση στον δημόσιο λόγο και διάλογο, έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία του ατόμου και την αναγνώριση του στην κοινωνία και γι'αυτό οι συγκεκριμένες ικανότητες είχαν μεγάλη ζήτηση, ασχέτως του σκοπού που υπηρετούσαν.


Αν όμως στην αρχαία Αθήνα ένας ενήλικας άνδρας έπρεπε να ρητορεύει και να χρησιμοποιεί σοφιστικά επιχειρήματα προκειμένου να εξελιχθεί πολιτικά και οικονομικά, γιατί θα πρέπει να το κάνει και ο κάθε άκυρος σήμερα μέσα από την δυνατότητα που του δίνεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Γιατί θα πρέπει να μας πείσει  σώνει και καλά κάποιος, που δεν έχει πολιτικό ή θεσμικό ρόλο ή κάποιο άλλο έννομο συμφέρον, για το σωστό της άποψης του χρησιμοποιώντας όχι την αλήθεια που πηγάζει μέσα από αυτή, αλλά σοφιστείες και δικανικό λόγο;


Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι απαρχής του κόσμου και ιδίως στις "περισσότερο πολιτισμένες και ανεπτυγμένες" κοινωνίες, η ματαιοδοξία υπερτερεί πάντοτε της αλήθειας. Ειδικά όταν αυτή πλαισιώνεται από ένα αόρατο κίνδυνο και τον φόβο για τον θάνατο, τότε η ματαιοδοξία ξεφεύγει από τα συνηθισμένα πλαίσια της ιδεολογικής, πνευματικής και υλικής υπεροχής και γίνεται ματαιοδοξία για την ίδια τη ζωή, που για κάποιους πρέπει να διατηρηθεί πάση θυσία, ασχέτως αν καταπατώνται βασικές ανθρώπινες ελευθερίες και κοινωνικά δικαιώματα.


Πόσο εύκολα ο σημερινός μαζάνθρωπος είναι έτοιμος μέσα από σοφιστείες και δικανικά λογίδρια, να απεμπολήσει όλα αυτά για τα οποία η ανθρωπότητα έχει αγωνιστεί χιλιάδες χρόνια!

Θα μπορούσε κανείς άραγε να φανταστεί τον Λεωνίδα και τους 300 να λιγοψυχούν μπροστά στις ορδές του Ξέρξη; Τον Σωκράτη να τα γυρνάει όλα τούμπα μπροστά στο κώνειο; Τον Χριστό να χάνει την πίστη του μπροστά στο Σταυρό; Τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους ήρωες της Επανάστασης να τουρκεύουν μπροστά στις στρατιές του Δράμαλη και του Ιμπραήμ ή Τον Γκάντι να εγκαταλείπει τον αγώνα για ελευθερία και ανεξαρτησία μπροστά στα αγγλικά τουφέκια; Όχι φυσικά!
Ακόμα και μπροστά σε βέβαιο θάνατο ο πραγματικά φιλοσοφημένος άνθρωπος δεν θα λιγοψυχήσει και δεν θα απαρνηθεί τις ιδέες του, τις αξίες και τα ιδανικά του, γιατί πολύ απλά χωρίς αυτά η ζωή του δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.  Ο επιπόλαιος και φλύαρος όμως ρήτωρ που αρέσκεται και αναλώνεται στην επιφανειακή διάσταση των πραγμάτων, μπροστά και μόνο σε μια ελάχιστη πιθανότητα θανάτου, θα επιστρατεύσει ένα σωρό σοφίσματα προκειμένου να δικαιολογήσει τις εκπτώσεις σε όλες τις πανανθρώπινες αξίες και την αφαίρεση όλων εκείνων των δικαιωμάτων που φάνταζαν ως τώρα αναφαίρετα.

Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ της διαλεκτικής και της ρητορικής. Η πρώτη αναζητά την αλήθεια και έχει ως κίνητρο την ηθική, τη δικαιοσύνη και κάθε τι καλό και αγαθό, ούτως ώστε, όποιος την ασκεί δεν διστάζει ακόμα και να χαθεί ολοκληρωτικά, προκειμένου να υπηρετήσει αυτές τις αλτρουιστικές αξίες.
Η ρητορική από την άλλη είναι καθαρά μια ιδιοτελής πρακτική που αποσκοπεί στο να θολώσει τα νερά, να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα και να προκαλέσει ψευδείς εντυπώσεις προσβλέποντας σε κάποιο ατομικό όφελος. Ασχέτως αν αυτό είναι το πιο ποταπό, όπως η προσωρινή ικανοποίηση της ματαιοδοξίας του "εγώ", που προσφέρει η επικράτηση και η μαζική αποδοχή μια λανθασμένης άποψης, ή πιο σύνθετο και εσωτερικό, όπως είναι λ.χ. η συγκάλυψη και η δικαιολόγηση των πιο σύνηθων έμφυτων αδυναμιών και φόβων που ελλοχεύουν στους περισσότερους ανθρώπους

Vitam impendere vero. Aφιέρωσε τη ζωή σου στην αλήθεια.  Μην ξεπέφτεις τόσο χαμηλά σε μια λεκτική αντιπαράθεση, ώστε να διαστρεβλώνεις την αλήθεια ή να απαξιώνεις το συνομιλητή σου προκειμένου να επικρατήσεις σε ένα διάλογο, αν θες να λογίζεσαι αληθινός και ειλικρινής και όχι ψεύτικος και κίβδηλος.

Για να κλείσουμε από κει που αρχίσαμε, εσύ που υποστηρίζεις φανατικά και με θέρμη κάθε λογής απαγόρευση και περιορισμό, παραδέξου, ότι σε αντίθεση με τους Φιλικούς και τους άλλους επαναστάτες του '21, που προτιμούσαν μονάχα μια ώρα ελεύθερης ζωής και ας πέθαιναν μετά, παρά 40 χρόνια σκλαβιάς και φυλακής, εσύ θα προτιμούσες χωρίς δεύτερη σκέψη τα 40 χρόνια ανελευθερίας υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του οποιουδήποτε μεγάλου αδερφού, από το να ζεις ελεύθερα αλλά με τον μόνιμο φόβο ακόμα και της πιο μικρής πιθανότητας θανάτου. Θα προτιμούσες να μην ξανακάνεις έρωτα στη γυναίκα σου, να μην ξαναφιλήσεις τα παιδιά σου, να μην ξαναχαιρετήσεις ποτέ τον φίλο σου, να μην ξαναπάς ποτέ σε εκκλησία, συναυλία, θέατρο ή οποιαδήποτε άλλη μαζική συνάθροιση.
Όλα αυτά και ένα σωρό άλλα θα μπορούσες να τα κάνεις αβίαστα και οικειοθελώς υπακούοντας πειθήνια ες αεί στις "εντολές των ειδικών" υπό τον φόβο του θανάτου και την συντήρηση της μάταιης υπάρξεως σου. Κατά βάθος όμως ντρέπεσαι για αυτό. Ντρέπεσαι που δεν έχεις τα κότσια να αντισταθείς και γι' αυτό βαπτίζεις την ανάγκη φιλοτιμία χρησιμοποιώντας ένα σωρό σοφιστείες, όχι για να πείσεις τους άλλους, μιας και οι περισσότεροι συμφωνείτε μια χαρά τη δεδομένη στιγμή, αλλά μήπως έτσι και καταφέρεις να πείσεις τον εαυτό σου ότι κάνεις το σωστό.

Αν δεν καταφέρεις να ζεις όπως σκέφτεσαι, σίγουρα θα καταλήξεις να σκέφτεσαι όπως ζεις.

Σύντομα θα το καταλάβεις...